Από το Blogger.
Pages
▼
Σήμερα, μοιράζομαι μαζί σας ένα ιδιαίτερο κείμενο που φιλοξενήθηκε για πρώτη φορά στις σελίδες της εφημερίδας "Ελεύθερη Θράκη". Πρόκειται για το πρώτο μου μικροδιήγημα, που γράφτηκε στα πλαίσια του εργαστηρίου δημιουργικής γραφής Ειρήνης Ντέλλας, στη Ρόδο. Το εμβληματικό κτίριο του Παλιού Καπνομάγαζου, της σημερινής Δημοτικής Βιβλιοθήκης της Αλεξανδρούπολης, ζωντανεύει και αφηγείται τη δική του ιστορία. Από σχολείο και καταφύγιο, μέχρι καπναποθήκη και εν τέλει φάρος γνώσης, το κτίριο ξεδιπλώνει τις διαφορετικές χρήσεις και τις ιστορικές στιγμές που σημάδεψαν την πορεία του στον χρόνο. Ελπίζω να το απολαύσετε!
«Σιωπηλός μάρτυρας του χρόνου»
Στέκω αγέρωχο στην καρδιά της Αλεξανδρούπολης, ένας σιωπηλός μάρτυρας της ιστορίας της. Για πολλούς είμαι απλώς ένα κτίριο. Μα εγώ είμαι κάτι πολύ περισσότερο. Γεννήθηκα στα τέλη του 19ου αιώνα, τότε που η πόλη μου ακόμα ονομαζόταν Δεδέαγατς. Θυμάμαι παιδικές φωνές, γέλια που σβήστηκαν από μια φλόγα άδικη και καταστροφική. Έμεινα πληγωμένος, σιωπηλός. Ώσπου νέες φωνές ήρθαν να αντηχήσουν στα ερείπιά μου. Φωνές γεμάτες πόνο και ελπίδα, φωνές ξεριζωμένων προσφύγων. Οι τοίχοι μου έγιναν μάρτυρες της προσπάθειάς τους για μια νέα αρχή.
Κάποια στιγμή ένιωσα τον ιδρώτα των εργατών, την βαριά μυρωδιά του καπνού που μου χάρισε ένα νέο όνομα: Καπνομάγαζο. Οι μηχανές αντικατέστησαν τα παιδικά γέλια, ο θόρυβος της παραγωγής τις ιστορίες των προσφύγων. Δούλεψα σκληρά, αλλά η σιωπή επέστρεψε, πιο βαριά από πριν, σημαδεμένη από σκοτεινές εποχές. Σκοτεινοί καιροί, κατοχή, εμφύλιος. Η σιωπή μου έγινε πιο βαριά, γεμάτη αναμνήσεις.
Στα τέλη του 20ού αιώνα, με κήρυξαν διατηρητέο. Και τότε ήρθε η στιγμή της αναγέννησης. Ήθελαν να μου δώσουν μια νέα μορφή, να γίνω φάρος γνώσης. Όμως ο άνεμος μου έφερε θρήνο που είναι ακόμα χαραγμένος στις πέτρες μου. Τρεις ψυχές θυσιάστηκαν στην προσπάθεια να μου χαρίσουν τη σημερινή μου όψη.
Σήμερα, στέκω και πάλι εδώ. Τα χέρια που αγγίζουν τις πέτρες μου αναζητούν πλέον ιστορίες στις σελίδες των βιβλίων. Είμαι η μνήμη της πόλης, είμαι η Δημοτική Βιβλιοθήκη. Κι εσύ, πρωτοετή φοιτητή, που κάθεσαι εκεί, στο αναγνωστήριο, με το πρόσωπο θαμμένο στα βιβλία σου. Νιώθω την έκπληξη στο βλέμμα σου, καθώς οι σελίδες που κρατάς σου αποκαλύπτουν την άγνωστη ιστορία μου. Ήρθες εδώ για να βρεις γνώση, και χωρίς να το ξέρεις, ανακαλύπτεις το παρελθόν μου.
Εγώ, θα στέκομαι εδώ, για να σου θυμίζω την ιστορία μου. Γιατί η ιστορία μου είναι και δική σου ιστορία. Μην τολμήσεις να ξεχάσεις!!!
Ορεινή Αρκαδία, Δεκέμβριος 1980. Μια παρέα πέντε εφήβων, μια χειμωνιάτικη νύχτα, αποφασίζει να δώσει ένα μάθημα στην «τρελή του χωριού». Η αθώα φάρσα όμως μετατρέπεται σε ένα αποτρόπαιο έγκλημα και ο τρόμος φωλιάζει στις καρδιές τους. Ορκίζονται να μην μιλήσουν ποτέ ξανά για όσα έγιναν. Τριάντα χρόνια μετά, στην Αθήνα, δύο αξιωματικοί της Ελληνικής αστυνομίας καλούνται να εξιχνιάσουν μια σειρά μυστηριωδών θανάτων. Αρχικά μοιάζουν με αυτοκτονίες, όμως σύντομα αποδεικνύονται κάτι πολύ πιο σύνθετο. Κάποιος φαίνεται πως δεν έχει ξεχάσει το έγκλημα στην Αρκαδία και είναι αποφασισμένος να πάρει εκδίκηση. Ποιος είναι αυτός που ζητάει εκδίκηση;
Η Εύη Δουργούτη, όπως και στα προηγούμενα βιβλία της, ακολουθεί το ίδιο στύλ. Στήνει μια ιστορία που εκτυλίσσεται σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους. Με απλή και στρωτή γραφή, η συγγραφέας κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι το τέλος, μέσα από μια γρήγορη ροή που επιτρέπει την άμεση ανάγνωση. Ενώ οι αναδρομές στο παρελθόν επιτρέπουν στον αναγνώστη να κατανοήσει την εξέλιξη της ιστορίας και τα κίνητρα των χαρακτήρων.
Ένας χωρισμός είναι πάντα δύσκολος για κάποιον που δεν τον επιλέγει. Μα ο χρόνος είναι γιατρός.
Η εισαγωγική σκηνή θυμίζει έντονα στιγμιότυπο γνωστής τηλεοπτικής σειράς. Στην ιστορία κυριαρχεί ένα γενικότερο κλίμα μυστηρίου, με αποκαλύψεις και ανατροπές, ενώ οι χαρακτήρες είναι αληθοφανείς, μερικοί εκ των οποίων κρύβουν μέσα τους μια οργή ικανή να τους οδηγήσει σε ακραίες πράξεις. Τα σημειώματα με ρητά και αποσπάσματα από την Παλαιά Διαθήκη που βρίσκονται δίπλα στα θύματα, προσθέτουν μια επιπλέον διάσταση στην πλοκή.