Από το Blogger.
Ο Σταύρος Τάχος συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό, μέσα από το πρώτο βιβλίο του, με τίτλο «Όνειρα Γλυκά», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις IWrite. Ο συγγραφέας έχει Δίπλωμα Μονωδίας, συμμετοχές σε μιούζικαλ και είναι υποψήφιος Διδάκτορας Μουσικής. Παράλληλα είναι και απόφοιτος Τεχνητής Νοημοσύνης του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου. Η μουσική του ευαισθησία, η ενασχόλησή του με την Τεχνητή Νοημοσύνη και η εμπειρία του ως εκπαιδευτικός στην Ειδική Αγωγή, τον οδήγησαν στην συγγραφή αυτής της ιστορίας, που εξερευνά την ανθρώπινη ψυχή και τις κοινές ανάγκες για κατανόηση και φροντίδα, ακόμα και μέσα από τις δυσκολίες του ψυχικού τραύματος. Το ταξίδι της θεραπείας που αναφέρεται στο εξώφυλλο μπορεί να είναι ένα μεταφορικό ταξίδι ανακάλυψης αυτών των κοινών σημείων.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΒΙΒΛΙΟΥ:
α) Συγγραφέας: Σταύρος Τάχος
β) Τίτλος: Όνειρα Γλυκά
γ) Έτος Έκδοσης: 2025
δ) Έκδοση: Εκδόσεις IWrite
Η ΑΠΟΨΗ ΜΟΥ: Ο Σταύρος Τάχος κάνει ντεμπούτο στην ελληνική λογοτεχνία με ένα βιβλίο, που αιχμαλώτισε το ενδιαφέρον μου από την πρώτη ματιά στο εξώφυλλο του βιβλίου του, "Όνειρα Γλυκά". Η ατμόσφαιρα γαλήνης και φαντασίας που αναδύεται από το εξώφυλλο και τον τίτλο είναι αισθητή. Από την άλλη, η απαλή χρωματική παλέτα, με τους κυρίαρχους τόνους του πράσινου και του μπλε, δημιουργεί μια αίσθηση ηρεμίας, σαν να προσκαλεί τον αναγνώστη σε έναν ονειρικό κόσμο.
Η εικόνα μιας κοπέλας με ζωηρά κόκκινα μαλλιά να κοιμάται γαλήνια πάνω σε ένα λευκό, κυκνόμορφο πουλί, συνδυάζει με έναν μοναδικό τρόπο την αθωότητα του ύπνου με την ελευθερία της πτήσης και τη μαγεία που συχνά συναντάται στα όνειρα. Το πουλί φαντάζει σαν ένας φτερωτός οδηγός σε έναν κόσμο γεμάτο γλυκές ονειροπολήσεις, όπως ακριβώς υπόσχεται ο τίτλος.
Ανακαλύπτοντας τυχαία μια σελίδα ενός βιβλίου, ένα νεαρό κορίτσι συνειδητοποιεί σύντομα πως πρόκειται για ένα παραμύθι οικείο από τα παιδικά της χρόνια, το οποίο της το αφηγούνταν η γιαγιά της. Η ιστορία του παραμυθιού εξελίσσεται σε έναν μαγευτικό κόσμο ξωτικών, όπου ζωντανεύουν χαρακτήρες όπως ο Γκάρυ, το καλόκαρδο ξωτικό, η Φαίη, μια ζωηρή ξωτικίνα, ο σκανταλιάρης καλικάντζαρος Πέρυ και η μικροσκοπική, φτερωτή Κίκι. Μια μέρα, η περιέργεια οδηγεί τον Γκάρυ και τη Φαίη σε μια κουφάλα δέντρου, η οποία απροσδόκητα τους μεταφέρει στον κόσμο των ανθρώπων. Εκεί, ένα σοφό λευκό πουλί γίνεται ο οδηγός τους, απαντώντας σε όλες τους τις ερωτήσεις. Το ίδιο βράδυ, στην αναζήτησή τους για την χαμένη τους πυγολαμπίδα, τα δύο ξωτικά εισβάλλουν στο δωμάτιο ενός κοριτσιού που ονειρεύεται γλυκά όνειρα. Από εκείνη τη στιγμή, η ζωή του Γκάρυ παίρνει μια απρόβλεπτη τροπή: γεύεται τόσο τα ροζ, γλυκά όνειρα του κοριτσιού όσο και τα άσχημα, τα σκοτεινά. Και τώρα, καλείται να βρει έναν τρόπο να απαλλαγεί από αυτά τα τελευταία.
στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι είναι δέντρα και οι καρποί τους είναι τα όνειρά τους
Ο συγγραφέας πλέκει μια ιστορία με πολυπλοκότητα και αναμφισβήτητο ενδιαφέρον, η οποία φέρνει στο νου αναφορές στην "Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων", το "Εργοστάσιο Σοκολάτας" αλλά και τον Jorge Bucay – ένα κράμα λογοτεχνικών επιρροών. Ωστόσο, η εικονογράφηση, η οποία φέρει την προσωπική του σφραγίδα, διαθέτει μια κάπως πιο αυστηρή αισθητική, γεγονός που αμφισβητεί τον χαρακτηρισμό του βιβλίου ως καθαρά παιδικού. Αντίθετα, φαίνεται να απευθύνεται σε αναγνώστες της εφηβικής ηλικίας, καθώς εμβαθύνει σε νοήματα με μεγαλύτερο βάθος.
Η αφήγηση ξεκινά με μια αίσθηση ιδιαιτερότητας, κεντρίζει σταδιακά το ενδιαφέρον που κορυφώνεται στο μέσο της, ωθώντας τον αναγνώστη να συνεχίσει με αμείωτη περιέργεια για την εξέλιξη, για να καταλήξει όμως σε έναν φινάλε που αφήνει μια αίσθηση κυκλικότητας, θυμίζοντας την αφετηρία της ιστορίας.
Συνοπτικά τα «Όνειρα Γλυκά» του Σταύρου Τάχου είναι ένα βιβλίο που συνδυάζει τη φαντασία με σκέψεις για τα όνειρα και τα συναισθήματα.
Πλοκή: Ο Γκάρυ είναι ένα γλυκό ξωτικό που ζει ευτυχισμένο σε έναν υπέροχο κόσμο με τους φίλους του. Ένα βράδυ βρίσκει μια πύλη για τον Κόσμο των Ανθρώπων, όπου θα περιπλανηθεί μέχρι να γευτεί τα όνειρα ενός μικρού κοριτσιού. Επιστρέφοντας όμως στον Κόσμο των Ξωτικών, καταλαβαίνει ότι τα όνειρα που γεύτηκε ήταν εφιάλτες! Όλα γύρω του έχουν πια αλλάξει, ενώ οι φίλοι του ένας-ένας φεύγουν από κοντά του. Και όταν πια όλοι τον έχουν εγκαταλείψει, θλιμμένος και μόνος, μαθαίνει για ένα σκοτεινό μονοπάτι που πρέπει να διαβεί για να γίνουν όλα όπως πριν. Δυστυχώς όμως το μονοπάτι κρύβει πολλούς κινδύνους, φρικτά τέρατα και κακές μάγισσες… Θα καταφέρει ο Γκάρυ να αποδράσει και να βγει στο φως ή θα περιπλανιέται για πάντα στα σκοτάδια; Ένα μυθιστόρημα που σκιαγραφεί το ψυχικό τραύμα και αναδεικνύει τον σημαντικό ρόλο των κοντινών μας ανθρώπων στη θεραπεία του. Ένα μήνυμα για το παιδί που ζει μέσα μας, όμως μαθαίνει να σιωπά.
_______________________________________________
* Η ανάρτηση είναι καθαρά προσωπική γνώμη. Μπορείτε να βρείτε εδώ κι άλλες κριτικές μου σε βιβλία που έχω διαβάσει
Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Renée Knight είναι η σειρά του Apple TV+, «Disclaimer» (στα ελληνικά: Δήλωση αποποίησης), με πρωταγωνίστρια την Κέιτ Μπλάνσετ (στον ρόλο της Catherine Ravenscroft). Πρόκειται για ένα ψυχολογικό αστυνομικό θρίλερ γεμάτο μυστήριο που αποτελείται συνολικά από επτά επεισόδια σε σκηνοθεσία του βραβευμένου Μεξικανού σκηνοθέτη Alfonso Cuarón και με ένα λαμπερό καστ.
The Perfect Couple (Το τέλειο ζευγάρι)Πρωταγωνιστούν: Cate Blanchett, Kevin Kline, Sacha Baron Cohen, Leila George, Louis Partridge κ.α / Είδος: Αστυνομική - Δραματική - Μυστηρίου / Έτος Παραγωγής: 2024 / Season: 1
ΥΠΟΘΕΣΗ: Η Catherine Ravenscroft (Κέιτ Μπλάνσετ) είναι μια καταξιωμένη δημοσιογράφος ντοκιμαντέρ που έχει χτίσει την καριέρα της αποκαλύπτοντας τις αμαρτίες σεβαστών θεσμών. Όταν ένα μυστηριώδες μυθιστόρημα εμφανίζεται στο κομοδίνο της, ανατριχιάζει όταν συνειδητοποιεί ότι είναι η κεντρική ηρωίδα μιας ιστορίας που αποκαλύπτει ένα σκοτεινό μυστικό από το παρελθόν της, το οποίο νόμιζε ότι είχε θάψει για πάντα. Καθώς προσπαθεί να ανακαλύψει την ταυτότητα του συγγραφέα, αναγκάζεται να αντιμετωπίσει το παρελθόν της πριν αυτό καταστρέψει τη ζωή της και τις σχέσεις της.
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΟΥ: Η μίνι σειρά "Disclaimer" του Apple TV+ απέσπασε θετικές κριτικές, με ιδιαίτερη αναγνώριση για τις εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών της, Κέιτ Μπλάνσετ και Κέβιν Κλάιν. Η ερμηνεία τους ήταν τόσο εντυπωσιακή που τους χάρισε πολλαπλές υποψηφιότητες στα σημαντικότερα βραβεία της βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων των Χρυσών Σφαιρών, των Screen Actors Guild Awards (SAG), των Critics' Choice Awards και των Satellite Awards.
Η Catherine, μια διακεκριμένη δημοσιογράφος ντοκιμαντέρ με φήμη για τις αποκαλυπτικές της έρευνες, βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας της, καθώς τιμάται με ένα βραβείο για την αναγνώριση του έργου της. Ωστόσο, η γαλήνη της διαταράσσεται όταν ένα ανώνυμο μυθιστόρημα με τον τίτλο "The Perfect Stranger" φτάνει στα χέρια της. Στις σελίδες του, καλά κρυμμένα μυστικά από το παρελθόν της αναδύονται στην επιφάνεια, αποκαλύπτοντας πτυχές που η ίδια πίστευε πως είχαν θαφτεί για πάντα. Συγκλονισμένη από τις αποκαλύψεις του βιβλίου, η Catherine ξεκινά μια αγωνιώδη προσπάθεια να ταυτοποιήσει τον μυστηριώδη συγγραφέα, πριν οι σκοτεινές αλήθειες απειλήσουν να καταστρέψουν την επαγγελματική της υπόσταση αλλά και τον ίδιο της τον γάμο.
Σε επτά καταιγιστικά επεισόδια, διάρκειας 45-50 λεπτών, το "Disclaimer" ξεδιπλώνει μια ιστορία γεμάτη δράση, μυστήριο και αμείωτο σασπένς, με μια καλή σχετικά ροή που διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον και συνεχείς ανατροπές που κόβουν την ανάσα. Η ενδιαφέρουσα πλοκή, με επίκεντρο την ανακάλυψη ενός σκοτεινού μυστικού μέσα από ένα μυθιστόρημα, στήνει ένα γοητευτικό μυστήριο και κρατά τον θεατή σε διαρκή εγρήγορση για τις επόμενες αποκαλύψεις. Η εξαιρετική σκηνοθεσία δημιουργεί μια ατμόσφαιρα γεμάτη σασπένς και ψυχολογικής έντασης, ενώ η άψογη παραγωγή, από τα εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια μέχρι την υποβλητική μουσική, ενισχύει την εμπειρία θέασης.
Οι εύστοχες αναδρομές προσθέτουν βάθος στην ιστορία, χωρίς όμως να αποκαλύπτουν πρόωρα την αλήθεια, διατηρώντας το μυστήριο. Τα θολά όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας που βιώνουν οι χαρακτήρες δημιουργούν μια συνεχή αίσθηση αμφισβήτησης. Οι ερμηνείες είναι συνολικά υψηλού επιπέδου, με τις εξαιρετικές ερμηνείες της Κέιτ Μπλάνσετ και του Κέβιν Κλάιν να ξεχωρίζουν. Η εκρηκτική χημεία μεταξύ τους αποτελεί ένα από τα πιο δυνατά στοιχεία της σειράς.
Παράλληλα, η σειρά καταπιάνεται με σημαντικά θέματα όπως η δύναμη της αλήθειας, οι συνέπειες των μυστικών και η δυσδιάκριτη γραμμή μεταξύ θύτη και θύματος, προσφέροντας σημαντική τροφή για σκέψη.
Ωστόσο, παρά το γοητευτικό μυστήριο και την ενδιαφέρουσα κεντρική ιδέα, ορισμένα στοιχεία της σειράς δεν κατάφεραν να αποδώσουν στο έπακρο. Ο ρυθμός της αφήγησης, σε αρκετά σημεία, υπήρξε υποτονικός, με αποτέλεσμα το ενδιαφέρον του θεατή να διακυβεύεται. Επιπλέον, η ανάπτυξη κάποιων δευτερεύοντων χαρακτήρων φάνηκε ελλιπής, καθιστώντας τους λιγότερο πειστικούς και δυσκολότερα συνδεδεμένους με την κεντρική ιστορία.
Προσωπικά, η σειρά «Disclaimer» είναι ένα γοητευτικό ψυχολογικό θρίλερ με δυνατές ερμηνείες με ατμοσφαιρική σκηνοθεσία. Η σειρά είναι μια αξιόλογη προσθήκη στην κατηγορία των ψυχολογικών θρίλερ, ικανή να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή, ειδικά αν εκτιμά τις έντονες ερμηνείες και τις ιστορίες με μυστήριο και ανατροπές. Αν αναζητάτε μια σειρά που θα σας προβληματίσει και θα σας κρατήσει σε εγρήγορση, το "Disclaimer" αξίζει μια ευκαιρία, παρά τις αδυναμίες του.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 7/10
TRAILER:

* Η ανάρτηση είναι καθαρά προσωπική γνώμη.
τις θερμότερες ευχές μας για Καλή Ανάσταση & Καλό Πάσχα! Ας είναι το φως της Ανάστασης φάρος ελπίδας και αισιοδοξίας στις ζωές μας. Εύχομαι να περάσετε ένα όμορφο και ευλογημένο Πάσχα με τους αγαπημένους σας!!!
«Η τελευταία Νύχτα»* είναι το πρώτο μου διήγημα, που δημιουργήθηκε στα πλαίσια του εργαστηρίου δημιουργικής γραφής και πληροί συγκεκριμένες προδιαγραφές: ύπαρξη διαλόγου, δύο πρωταγωνιστών και χρήση πρωτοπρόσωπης αφήγησης.
«Η Τελευταία Νύχτα»
Η άνεση της πολυθρόνας με αγκαλιάζει, ενώ τα μάτια μου χάνονται στο τοπίο έξω από το παράθυρο. Για αρκετή ώρα δεν ξέρω που πατάω και πού βρίσκομαι. Οι τοίχοι γύρω μου μοιάζουν αδιάφοροι, άψυχοι. Κοιτάζω το ρολόι. Είναι σαν να 'χει σταματήσει ο χρόνος. Κάθε δευτερόλεπτο μετράει, και όμως, τίποτα δεν αλλάζει. Στρέφω το πρόσωπο μου σε εκείνη. Στη Χριστίνα. Μοιάζει να βρίσκεται σε λήθαργο. Η αναπνοή της αργή. Τα χείλη της ακίνητα. Θυμάμαι όταν τα φίλαγα για πρώτη φορά. Ήταν σαν να είχα βρει το χαμένο μου κομμάτι. Προσπαθώ να θυμηθώ την τελευταία φορά που γελάσαμε μαζί, την τελευταία φορά που τα μάτια της έλαμπαν από χαρά.
Όμως τώρα ξέρω πως αύριο θα είναι μια άλλη μέρα. Τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Πρέπει να την αφήσω να φύγει. Σηκώνομαι αθόρυβα. Της χαϊδεύω τα μαλλιά και της ψιθυρίζω ένα τελευταίο "σ’ αγαπώ". Δεν ξέρω αν με ακούει. Κάνω ένα βήμα πίσω, έτοιμος να βγω από το δωμάτιο. Αλλά τότε, ξυπνάει.
«Ηλία!». Η φωνή της είναι σπασμένη. Ίσα που ακούγεται. Στρέφω το βλέμμα μου πάνω της. «Μη φεύγεις.» Νιώθω την καρδιά μου να σφίγγεται. Κάθομαι ξανά δίπλα της και της κρατάω το χέρι. «Δεν πάω πουθενά.» Με κοιτάζει. Με ξέρει καλά, όσο κι αν προσπαθώ να κρύψω τι νιώθω. Κάτι μου ψιθυρίζει. Της γνέφω.
Ξέρουμε και οι δύο. Σε λίγες ώρες όλα θα έχουν τελειώσει. Δεν υπάρχουν ψέματα ανάμεσά μας. Δεν υπάρχουν περιττές κουβέντες. Μόνο το βάρος της τελευταίας νύχτας που μας κρατά δεμένους, σαν να μπορούσαμε να σταματήσουμε τον χρόνο μόνο με το βλέμμα μας.
Πάντα ήθελα να είμαι ελεύθερος, να κάνω ό,τι θέλω, χωρίς κανόνες και περιορισμούς. Ζούσα χωρίς σκέψεις, χωρίς ευθύνες. Δεν ήμουν ποτέ καλός στο να δείχνω τα συναισθήματά μου. Ο πατέρας μου δεν ήταν εκεί για να με μάθει να αγαπάω, η μάνα μου πάλευε μόνη της, και εγώ... εγώ έμαθα να κρατάω τα πάντα μέσα μου.
Από μικρός, ήμουν ατίθασος, ανυπόμονος και παρορμητικός. Είχα μάθει να ζω με αυτό, να μην απαιτώ τίποτα, να μην θέλω κάτι που δεν μπορούσα να το ελέγξω. Στο σχολείο δεν ήμουν από τους επιμελής μαθητές. Τα βιβλία και οι τύποι δεν με ενέπνευσαν ποτέ. Από το γυμνάσιο παρέα με τους φίλους μου ξεκίνησα τις κοπάνες. Προτιμούσα τα κρυφά τσιγάρα στις τουαλέτες και τις βόλτες με τους κολλητούς. Ήταν μια αντίδραση.
Τα καλοκαίρια, τα έβγαζα πέρα με μικροδουλειές. Τα λεφτά που έβγαζα τα έβαζα στην άκρη για να αγοράσω κάποια στιγμή τη μηχανή μου, μια Indian Chieftain Darkhorse. Και όταν την απέκτησα, ήταν η ελευθερία μου. Καθόμουν πάνω της και ένιωθα σαν να μπορώ να κατακτήσω τον κόσμο. Η Ρόδος, το νησί μου, απλωνόταν μπροστά μου, ένα απέραντο πεδίο για περιπέτειες. Ήταν ο τρόπος μου να ξεφεύγω, να ξεχνάω τα προβλήματα, να είμαι απλά εγώ.
Οι γυναίκες πάλι, για μένα, ήταν ένα παιχνίδι, μια κατάκτηση. Δεν πίστευα στην αγάπη, τουλάχιστον όχι με την έννοια που της έδιναν οι άλλοι. Ήταν απλά μια βιολογική ανάγκη, κάτι που ικανοποιούσαμε και μετά προχωρούσαμε παρακάτω. Ήμουν από τους ανθρώπους, που του άρεσε το εφήμερο. Δεν είχα μάθει να δίνομαι ολοκληρωτικά. Όλα ήταν ένα παιχνίδι, μια περιπέτεια. Ταξίδια, γυναίκες, μηχανές... έτσι έβλεπα τη ζωή. Ο πρώτος μου γάμος ήταν βιαστικός, αποτέλεσμα νεανικής παρόρμησης. Από εκείνην την σχέση όμως απέκτησα κάτι πολύτιμο, την κόρη μου. Με τη μητέρα της χώρισα σύντομα, και η σχέση μας περιορίστηκε σε τυπικές συναντήσεις.
Ώσπου συνάντησα τη Χριστίνα, ένα ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα. Έπινε τον καφέ της σε γνωστή παραθαλάσσια καφετέρια, κρατώντας στα χέρια της ένα τσιγάρο μάρκας Old Holborn. Όταν τη γνώρισα, κάτι μέσα μου άλλαξε. Δεν ήξερα τι ήταν, ούτε αν ήθελα να το παραδεχτώ. Εκείνη, ήταν ήρεμη, σοφή, με ένα βάθος που δεν είχα συναντήσει ποτέ ξανά. Κάπου μέσα μου, ένιωθα ότι δεν της άξιζα. Ήμουν πολύ διαφορετικός από αυτό που ήθελε. Παρ’ όλα αυτά, με αγάπησε. Πίστεψα πως ίσως να μπορούσα να αγαπήσω αλλιώς, με περισσότερο βάθος. Με την ηρεμία και την καλοσύνη της, κατάφερε να μου δείξει μια άλλη πλευρά της ζωής. Μια πλευρά που δεν ήξερα ότι υπήρχε.
Η Χριστίνα είχε κάτι από την αρχή που με τράβηξε. Δεν ήταν μόνο τα γαλαζοπράσινα μάτια της ή το χαμόγελό της που μου έκοβαν την ανάσα. Ήταν η δύναμή της, το γεγονός ότι ήξερε ακριβώς τι ήθελε. Εκείνη την εποχή, δεν ήξερα αν ήθελα να μπλέξω με κάτι τόσο έντονο, αλλά δεν μπορούσα να το αποφύγω. Για πρώτη φορά, ένιωσα να χάνω τον έλεγχο. Και εκεί, βρήκα κάτι σταθερό.
Από τους πρώτους μήνες της σχέσης μας, μείναμε μαζί, στο σπίτι της. Όταν μπήκα για πρώτη φορά στο σπίτι της, ένιωσα σαν να είχα μπει σε έναν άλλο κόσμο. Τα πάντα μύριζαν βιβλία και καφέ. Τα ράφια της βιβλιοθήκης ήταν γεμάτα με βιβλία κάθε είδους, από κλασικά μέχρι σύγχρονα μυθιστορήματα αλλά και κορνίζες με τα ανίψια της και την οικογένεια της. Οι τοίχοι ήταν γεμάτοι με παζλ, δουλειά δικών της χεριών. Ήταν σαν να ζούσε σε έναν κόσμο φτιαγμένο από τα όνειρά της.
Η Χριστίνα είχε μια ενέργεια που με γοήτευε. Ήταν δημιουργική, ευαίσθητη και με ένα χιούμορ που με έκανε να γελάω. Μου έδειχνε τον κόσμο με άλλα μάτια. Με έμαθε να εκτιμώ τα μικρά πράγματα, την ομορφιά που κρύβεται στις λεπτομέρειες. Το σπίτι μας έγινε το καταφύγιο μας.
Θυμάμαι τα βράδια που καθόμασταν στον καναπέ, εκείνη βυθισμένη στον κόσμο των βιβλίων της κι εγώ να παρακολουθώ αθλητικές εκπομπές. Πολλές φορές, για να της τραβήξω την προσοχή, έβαζα στη διαπασών δίσκο των Black Sabbath. Ήταν το δικό μου παιχνίδι, μια προσπάθεια να την κάνω να μου χαμογελάσει, να με κοιτάξει με εκείνο το βλέμμα που με έκανε να νιώθω σαν έφηβος ξανά.
Κάτι τέτοιες στιγμές ένιωθα ο πιο τυχερός άντρας στον κόσμο. Δεν ήξερα πώς να κρατήσω τη ζωή μας σταθερή όσο εκείνη, αλλά ήθελα να τη βλέπω ευτυχισμένη. Ήταν σε ένα από αυτά τα βράδια που μιλήσαμε για γάμο. Εγώ, ο αιώνιος περιπλανώμενος, και εκείνη, η δυναμική και δραστήρια γυναίκα. Μια παράξενη αντίθεση που, όμως, λειτουργούσε. Ήταν σαν ένα παζλ που τα κομμάτια του ταιριάζουν τέλεια. Ήταν η πρώτη φορά που ήθελα να δεσμευτώ, να δημιουργήσω κάτι που θα κρατήσει για πάντα.
Και ίσως έκανα λάθη στην πορεία.
Ακόμα και τώρα, που η γυναίκα μου κοιμάται στο κρεβάτι, εγώ σκέφτομαι μια άλλη γυναίκα. Εκείνη που μου πρόσφερε διαφυγή, έστω και προσωρινή. Δεν ήταν έρωτας – όχι όπως με τη Χριστίνα. Ήταν μια έξοδος από την ασφυκτική πραγματικότητα του γάμου. Και αυτό είναι το πιο βαρύ μου μυστικό. Δεν υπάρχει σωτηρία σε αυτές τις σκέψεις. Δεν υπάρχει λύτρωση. Μόνο η αμείλικτη αλήθεια του εαυτού μου, που μου ψιθυρίζει πως ποτέ δεν υπήρξα αρκετά δυνατός. Και τώρα, που πλησιάζει η τελευταία νύχτα, δεν είμαι σίγουρος αν θρηνώ για την Χριστίνα ή για τον ίδιο μου τον εαυτό.
Θυμάμαι εκείνη τη μέρα σαν να ήταν χθες. Έναν χρόνο πριν ακριβώς, όταν το άκουσα, ένιωσα το έδαφος να χάνεται από τα πόδια μου. «Καρκίνος του πνεύμονα», είπαν οι γιατροί. Δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ. Ξαφνικά η ζωή μας είχε γίνει απλά μια μάχη – για την επιβίωση, για την καθημερινότητα. Όταν με κοίταξε η Χριστίνα και μου είπε ότι θα τον νικήσει, ήξερα ότι είχε ήδη πάρει την απόφαση να παλέψει μέχρι τέλους. Οι πρώτες μέρες ήταν μια θολούρα. Οι επισκέψεις στους γιατρούς, οι εξετάσεις, τα φάρμακα, οι χημειοθεραπείες.
Η ασθένεια όμως δεν σταμάτησε εκεί. Μεταστάσεις στα οστά, πόνοι αφόρητοι που την κρατούσαν ξύπνια τις νύχτες. Η Χριστίνα μεταμορφώθηκε σε μια σκιά του εαυτού της. Τα μαλλιά της έπεφταν σιγά σιγά, σαν πέταλα από ένα μαραμένο λουλούδι. Κάθε μέρα ήταν μια μάχη, μια μάχη που έδινε με αξιοπρέπεια. Και εγώ, δίπλα της, εδώ και τρείς μήνες, να νιώθω ανήμπορος. Ανίκανος.
Ήθελα να είμαι δυνατός για εκείνη, να της προσφέρω όλη μου την αγάπη και την υποστήριξη. Αλλά μέσα μου υπήρχε και ένας άλλος αγώνας, ένας αγώνας που έδινα μόνος μου. Και έτσι, βρήκα καταφύγιο σε ένα παλιό λάθος, μια παλιά συνήθεια. Ήταν σαν να προσπαθούσα να δραπετεύσω από την πραγματικότητα, έστω και για λίγο. Ήξερα ότι ήταν λάθος, αλλά δεν μπορούσα να αντισταθώ.
Καθισμένος στην πολυθρόνα, κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Ξέρω πλέον που βρίσκομαι. Σε μια ογκολογική κλινική που λειτουργεί σε ένα κτίριο με εμφανή τα σημάδια του χρόνου, με ελλιπείς υποδομές και εξοπλισμό. Οι διαδρομές από το σπίτι στο νοσοκομείο και πίσω, έγιναν μια ρουτίνα που με εξαντλούσε. Σηκώνομαι αθόρυβα, έτοιμος να βγω από το δωμάτιο και τότε ακούω την Χριστίνα να με φωνάζει. «Ηλία!». «Μη φεύγεις». Την πλησιάζω και της λέω, «Δεν πάω πουθενά». «Θέλω να φύγω από εδώ. Πάμε σπίτι», μου ψιθυρίζει στο αυτί. Της γνέφω θετικά.
Ο δρόμος για το σπίτι ήταν μια διαδρομή χωρίς επιστροφή. Η Χριστίνα κοιμόταν ήσυχα, η αναπνοή της αργή και σταθερή. Την έβαλα στο κρεβάτι και κάθισα δίπλα της, όλη τη νύχτα. Όταν το πρώτο φως της αυγής άγγιξε το πρόσωπό της, ένιωσα μια παράξενη ηρεμία. Ήταν ελεύθερη. Και εγώ, αν και συντετριμμένος, ένιωθα μια αίσθηση ανακούφισης. Ήξερα ότι θα την ξαναδώ, σε ένα όνειρο, σε μια ανάμνηση.
Δέκα μέρες μετά, μάζεψα τα πράγματα της Χριστίνας, τα παρέδωσα στη μητέρα της και επέστρεψα σπίτι. Η Νάσια με περίμενε στην πόρτα. Η σκέψη ότι ξεκινάμε μια νέα ζωή μαζί με έκανε να νιώσω παράδοξο μίγμα ανακούφισης και ενοχής. Ήταν σαν να προσπαθούσα να χτίσω κάτι καινούριο πάνω στα ερείπια του παρελθόντος.
* «Η τελευταία Νύχτα» σηματοδοτεί το τέλος μιας σχέσης, ενός κοινού βίου. Είναι μια νύχτα γεμάτη αναμνήσεις, αποχαιρετισμούς και αποδοχή του αναπόφευκτου. Συνολικά, ο τίτλος "Η Τελευταία Νύχτα" είναι φορτισμένος με συναισθήματα και συμβολισμούς.
Η ψυχολόγος Φρόσω Φωτεινάκη συστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό το 2015, με το πρώτο της παιδικό βιβλίο με τίτλο «Και η αγάπη; Σε ποιο σπίτι μένει;» το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διόπτρα. Το βιβλίο της «Να σε κάνω μια αγκαλιά;» είναι το δεύτερο της παιδικό βιβλίο.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΒΙΒΛΙΟΥ:
α) Συγγραφέας: Φρόσω Φωτεινάκη
β) Τίτλος: Να σε κάνω μια αγκαλιά;
γ) Ημερομηνία Έκδοσης: 2023
δ) Έκδοση: Εκδόσεις Διόπτρα
Καλωσορίζουμε τον Απρίλιο, τον μήνα που είναι αφιερωμένος στο Παιδικό Βιβλίο, με μια ξεχωριστή πρόταση ανάγνωσης. Επιλέξαμε το βιβλίο της συμβουλευτικής ψυχολόγου Φρόσως Φωτεινάκη, το οποίο αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για παιδιά και γονείς. Μέσα από τις σελίδες του, η συγγραφέας με ευαισθησία και γνώση, καταπιάνεται με σημαντικά θέματα όπως η ενσυναίσθηση, η αυτοαγάπη, τα όρια και η συναίνεση και η διαχείριση των συναισθημάτων.
Ποιος αποφασίζει πότε και πώς θα αγκαλιάσουμε κάποιον; Μπορεί μια αγκαλιά να μας θεραπεύσει; Πώς μπορούμε να δείξουμε την αγάπη μας χωρίς να παραβιάζουμε τα όρια των άλλων; Ποια αγκαλιά είναι ασφαλής; Το βιβλίο «Να σε κάνω μια αγκαλιά;» της Φρόσως Φωτεινάκη είναι ένα παιδικό βιβλίο που έρχεται να μάς υπενθυμίσει ότι δεν αρέσουν σε όλους οι αγκαλιές, και αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστό.
Η Αντιγόνη, ένα χαριτωμένο κοριτσάκι, λατρεύει τις αγκαλιές – τις σφιχτές, τις ζεστές, τις γεμάτες αγάπη και τρυφερότητα. Οι αγκαλιές την πλημμυρίζουν με χαρά, αλλά και με σκέψεις. Η ζωή της Αντιγόνης είναι γεμάτη αγκαλιές: από τους γονείς της, τους θείους της, τα ξαδέρφια της, τη νονά της, τους φίλους των γονιών της. Ωστόσο, μόνο ο Σωτήρης, ο καλύτερός της φίλος, την ρωτάει πάντα αν θέλει μια αγκαλιά. Αυτή η διαφορά πυροδοτεί μια σειρά ερωτημάτων στην Αντιγόνη: Ποιες αγκαλιές την κάνουν να αισθάνεται πραγματικά καλά; Ποιες αγκαλιές είναι ασφαλείς και ευχάριστες; Υπάρχει κάτι πιο όμορφο από μια αγκαλιά; Μέσα από αυτές τις σκέψεις, η Αντιγόνη ξεκινά ένα ταξίδι αυτοανακάλυψης, μαθαίνοντας να αναγνωρίζει και να διεκδικεί τα όριά της, κατανοώντας ότι το δικαίωμά της στην επιλογή είναι αδιαπραγμάτευτο.
Το σώμα μου αγαπώ και ποιος το αγγίζει το αποφασίζω μόνο εγώ!
Η συγγραφέας παρουσιάζει με έναν τρυφερό και παιδικό τρόπο θέματα όπως: η αξία της συναίνεσης, ο σεβασμός των προσωπικών ορίων και η σπουδαιότητα της επικοινωνίας. Με απλά λόγια, το βιβλίο μάς υπενθυμίζει ότι η αγκαλιά, αν και όμορφη, πρέπει να προσφέρεται με σεβασμό και συναίνεση. Παράλληλα το βιβλίο συμβάλλει στην ενίσχυση της συναισθηματικής ασφάλειας και της ψυχολογικής ευεξίας των παιδιών.
Η εικονογράφηση του βιβλίου είναι ιδιαίτερα προσεγμένη και συμβάλλει σημαντικά στην κατανόηση του μηνύματος του βιβλίου από τα παιδιά, της συναίνεσης και του σεβασμού των ορίων. Τα σχέδια της Φωτεινής Τίκκου είναι απλά και κατανοητά, χρωματιστά και χαρούμενα, δημιουργώντας μια θετική και ευχάριστη ατμόσφαιρα και λεπτομερή, απεικονίζοντας με ακρίβεια τις διάφορες μορφές αγκαλιάς και τις αντιδράσεις των παιδιών.
ΑΓΚΑΛΙΑ! Το πιο όμορφο πράγμα πάνω στη Γη. Αρκεί να το θες εσύ!
Συνοπτικά, το βιβλίο της Φωτεινάκη «Να σε κάνω μια αγκαλιά;» είναι μία τρυφερή και συνάμα δυναμική ιστορία που εστιάζει στο αδιαμφισβήτητο δικαίωμα κάθε παιδιού να ορίζει τα όρια του σώματός του και να επιλέγει τις αγκαλιές του. Το βιβλίο είναι έναυσμα για συζήτηση και προβληματισμό, βοηθώντας τα παιδιά να αναπτύξουν δεξιότητες που θα τα συνοδεύουν σε όλη τους τη ζωή.
Πλοκή: Ο φίλος μου ο Σωτήρης με ρωτάει πάντα πριν με κάνει μια αγκαλιά! Νιώθω υπέροχα μαζί του! Υπάρχουν όμως πολλές, διαφορετικές αγκαλιές... Κάποιες με γεμίζουν χαρά και αγάπη, άλλες με κάνουν να ντρέπομαι και άλλες να αγχώνομαι και να θέλω τόσο πολύ να πω «όχι!». Ποια αγκαλιά είναι ασφαλής για το παιδί μου; Πώς θα του μιλήσω για τον αυτοσεβασμό, την οριοθέτηση, τη συναίνεση χωρίς να το πλημμυρίσω με φόβο και φοβίες; Ποια είναι η σπουδαιότερη, η πιο πολύτιμη αγκαλιά;

* Η ανάρτηση είναι καθαρά προσωπική γνώμη. Μπορείτε να βρείτε εδώ κι άλλες κριτικές μου σε βιβλία που έχω διαβάσει
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Social Icons